(απαραίτητο για την ψηφοφορία των ταινιών)
(απαραίτητο για το σχολιασμό των ταινιών)

Στατιστικά

  • Σύνολο μελών: 6637

Τυχαίες ταινίες

Βαγγέλης Κοτρώνης

Flash

Έτος:
1984
Γιάννης Λεοντάρης

Bleu - noir

Έτος:
1987

Σενάριο

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΦΑΦΟΥΤΗΣΟ ΓΚΟΓΚΟΣ 2001Σύνοψη:Τα όμορφα τραπεζομάντιλα με τις κίτρινες μαργαρίτες κυριαρχούν στη μονότονη ζωή του ζευγαριού και τους δίνουν την αίσθηση πως το “ταξίδι” τους μπορεί να συνεχιστεί. Περίληψη:Στην άκρη ενός επαρχιακού δρόμου, σε ένα σπίτι που λειτουργεί και ως ταβέρνα για τους περαστικούς, ζει ένα ανδρόγυνο, που τίποτα το συναρπαστικό δε συμβαίνει στη ζωή του. Μια μέρα ένας πλανόδιος πωλητής πείθει τη γυναίκα του να αγοράσει (βερεσέ) τραπεζομάντιλα για την ταβέρνα της. Από εκείνη τη στιγμή τα τραπεζομάντιλα κυριαρχούν στη ζωή της, ως μέσο απόδρασης από την πεζή πραγματικότητα.1 – ΕΞΩΤ. / ΚΑΜΠΟΣ / ΜΕΡΑΈνας ασφάλτινος δρόμος διασχίζει έναν κιτρινοπράσινο κάμπο. Στο βάθος, πάνω στο δρόμο, ένα μοναδικό σπίτι. Ησυχία και ερημιά.Τίτλοι.2 – ΕΞΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ ΣΤΟΝ ΚΑΜΠΟ / ΜΕΡΑΈξω απ’ το μοναδικό σπίτι, υπάρχουν δύο τραπέζια και καρέκλες, ενώ στο πλάι, κάτω από μια κληματαριά, άλλα πέντε τραπέζια, με τις καρέκλες τους να μαρτυρούν ότι αυτό το σπίτι είναι και ταβέρνα. Μπροστά στην είσοδο κάθεται μια γυναίκα γύρω στα 35, η Βασιλική Έχει μπροστά της μια μικρή λεκάνη και καθαρίζει πατάτες. Το μαγαζί, άδειο.Περνάει μια ομάδα μηχανόβιων. Η Βασιλική τούς κοιτάζει.Οι τίτλοι συνεχίζονται.3 – ΕΣΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ (ΚΟΥΖΙΝΑ) / ΜΕΡΑΣκυμμένη πάνω από δύο κατσαρόλες που βράζουν, η Βασιλική ανακατεύει με μια κουτάλα. Μπαίνει ένας άντρας με φόρμα εργασίας, ένα κοπτικό μηχάνημα και μια σακούλα απ’ το χασάπη. Είναι ο άντρας της, ο Αργύρης. Ο Αργύρης ακουμπάει τη σακούλα στον πάγκο και χάνεται στο σπίτι χωρίς να μιλήσει.Οι τίτλοι συνεχίζονται.3α. ΕΞΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ (ΚΟΥΖΙΝΑ) / ΜΕΡΑΗ Βασιλική κάθεται στο τραπέζι και κοιτά το δρόμο.Περνά αυτοκίνητο.Οι τίτλοι συνεχίζονται.4 – ΕΞΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ / ΜΕΡΑ Στην κληματαριά κάθονται ένας μπαμπάς και οι δίδυμες κόρες του, και τρώνε. Ο Αργύρης κάθεται στο τραπέζι δίπλα στην είσοδο και μαστορεύει ένα ραδιόφωνο. Η ΒΑΣΙΛΙΚΗ βγαίνει με μια σαλάτα και άλλα δύο πιάτα, και σερβίρει. Η έκφρασή της περιέχει ένα μέρος χαμόγελου και τρία μέρη αδιαφορίας.Οι τίτλοι συνεχίζονται.5 – ΕΞΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ / ΜΕΡΑΗ Βασιλική κάθεται δίπλα στην είσοδο. Ακούγεται ένα μηχανάκι που παίρνει μπροστά. Ο Αργύρης φεύγει πάνω στο μηχανάκι.ΑΡΓΥΡΗΣ. Θες τίποτα;Η Βασιλική γνέφει όχι και τον ακολουθεί με το βλέμμα της.Οι τίτλοι συνεχίζονται και ολοκληρώνονται με τον τίτλο της ταινίας.‘ O ΓΚΟΓΚΟΣ ’6 – ΕΞΩΤ. / ΔΡΟΜΟΣ – ΦΟΡΤΗΓΟ / ΑΠΟΓΕΥΜΑ Ένα φορτηγό με την επιγραφή «Ο ΓΚΟΓΚΟΣ – ΤΡΑΠΕΖΟΜΑΝΤΙΛΑ, ΠΑΝΤΟΣ ΕΙΔΟΥΣ ΠΕΤΣΕΤΕΣ, ΣΕΝΤΟΝΙΑ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟΥ» τρέχει στο δρόμο. Ο Γκόγκος, που το οδηγεί, γύρω στα 40, ακούει στο κασετόφωνο ένα σκληρό hip-hop metal, μισοτραγουδάει τους στίχους, παίρνει ένα κουτί μπίρα και κάνει να πιει, αλλά το κουτί είναι άδειο.7 – ΕΞΩΤ. / ΔΡΟΜΟΣ – ΤΑΒΕΡΝΑ / ΑΠΟΓΕΥΜΑ Το φορτηγό περνάει έξω απ’ την ταβέρνα. Η Βασιλική, καθισμένη στην ίδια καρέκλα, το χαζεύει. Ακούγεται ένα φρενάρισμα και μια όπισθεν. Το φορτηγό μπαίνει στο κάδρο και μπουκώνει την εικόνα. Ο Γκόγκος κατεβαίνει από το φορτηγό. Κοιτάζει τη Βασιλική. Τεντώνεται. Η πόρτα του φορτηγού, ανοιχτή. Η μουσική παίζει ακόμα.ΓΚΟΓΚΟΣ. Γεια σου, κόρη.Η Βασιλική χαιρετάει.ΓΚΟΓΚΟΣ. Έχεις καμιά μπίρα για το δρόμο;ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΄Εχω.ΓΚΟΓΚΟΣ. Τίποτα να φάμε...;Η Βασιλική κουνάει καταφατικά το κεφάλι της. Ο Γκόγκος «σπάει» τα δάχτυλά του. Κλείνει την πόρτα. Η μουσική σταματάει.8 – ΕΞΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ / ΑΠΟΓΕΥΜΑ Ο Γκόγκος κάθεται σ’ ένα τραπέζι, πίνει μπίρα απ’ το ποτήρι και περιεργάζεται το χώρο. Έρχεται η Βασιλική μ’ ένα φαγητό μαγειρευτό. Πριν πάει ν’ ακουμπήσει το πιάτο στο άστρωτο τραπέζι, ο Γκόγκος πετάγεται πάνω, τρομάζοντας τη Βασιλική.ΓΚΟΓΚΟΣ (αναστατωμένος). Χριστιανή μου, πώς θα φάμε; Χωρίς τραπεζομάντιλο;ΒΑΣΙΛΙΚΗ (απορημένη και σαστισμένη). Δεν έχω!ΓΚΟΓΚΟΣ. Περίμενε όπως είσαι!Η Βασιλική, κοκαλωμένη, παρακολουθεί τον Γκόγκο που σβέλτα πάει στο πίσω μέρος του φορτηγού, ανοίγει την πόρτα και βγάζει μια στοίβα τραπεζομάντιλα. Επιστρέφει. Απλώνει τα τραπεζομάντιλα στο διπλανό τραπέζι• το καθένα, διαφορετικό (δείγματα). Ο Γκόγκος μονολογεί έτσι ώστε να τον ακούει η αποσβολωμένη Βασιλική.ΓΚΟΓΚΟΣ. Πάνω στο δρόμο… σκόνες… Λευκό, όχι. Εμπριμέ. Εμπριμέ σαγρέ τοίχοι, όχι. Πράσινο. Μες στα πράσινα, όχι. Πικέ… Μαύρο… Κίτρινο με μαργαρίτες!Το ξεχωρίζει και το στρώνει αριστοτεχνικά στο τραπέζι του. Κάθεται. Η Βασιλική συνεχίζει να τον κοιτάζει, κρατώντας τα πιάτα.ΓΚΟΓΚΟΣ. Μπορείτε να σερβίρετε.Η Βασιλική σερβίρει και πάει στην καρέκλα της. Τη στρέφει λίγο προς το μέρος του. Τον κοιτάζει. Ο Γκόγκος τρώει και ρίχνει και μια ματιά στη Βασιλική – τη ματιά του πωλητή...9 – ΕΞΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ / ΣΟΥΡΟΥΠΟΤο φορτηγό του Γκόγκου φεύγει απ’ την ταβέρνα με το κασετόφωνο στη διαπασών. Η Βασιλική τον κοιτάει, ενώ δίπλα της είναι μια στοίβα τραπεζομάντιλα.10 – ΕΣΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ / ΝΥΧΤΑ Η Βασιλική καθαρίζει φασολάκια. Μπαίνει ο Αργύρης, φορώντας τη φόρμα. Ο Αργύρης βλέπει τα στοιβαγμένα τραπεζομάντιλα.ΑΡΓΥΡΗΣ (ξαφνιασμένος). Τι ’ν’ αυτά;Η Βασιλική τού χαμογελάει συγκρατημένα.ΒΑΣΙΛΙΚΗ. Τραπεζομάντιλα.ΑΡΓΥΡΗΣ (απορημένος). Με τι λεφτά, ρε Βασιλική;ΒΑΣΙΛΙΚΗ. Βερεσέ. Ο Γκόγκος.Ο Αργύρης κουνάει υποτιμητικά το κεφάλι του καθώς παίρνει το κοπτικό μηχάνημα.ΑΡΓΥΡΗΣ (μουρμουρίζοντας). Ο Γκόγκος; Να ξεμπερδέψεις με τον Γκόγκο μόνη σου.Ο Αργύρης φεύγει. Η Βασιλική μένει να τον κοιτάζει απογοητευμένη.10α. ΕΞΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ (ΑΥΛΗ) / ΝΥΧΤΑΗ Βασιλική κι ο Αργύρης κάθονται στην αυλή κι αγναντεύουν τον έρημο δρόμο. Καμία επαφή μεταξύ τους.11 – ΕΣΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ (ΥΠΝΟΔΩΜΑΤΙΟ-ΣΑΛΑ) / ΝΥΧΤΑ Ο Αργύρης κοιμάται. Η Βασιλική, τα μάτια ορθάνοιχτα. Σηκώνεται και πάει στη σάλα. Χαζεύει τα διπλωμένα τραπεζομάντιλα.12 – ΕΞΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ / ΧΑΡΑΜΑ Η Βασιλική κοιτάζει τα τραπέζια της, κρατώντας τα τραπεζομάντιλα στο χέρι της.Πέρασμα χρόνου.Η Βασιλική κοιτάζει τα τραπέζια με τα τραπεζομάντιλα στρωμένα ευθεία.Πέρασμα χρόνου.Η Βασιλική κοιτάζει τα τραπέζια με τα τραπεζομάντιλα στρωμένα λοξά.13 – ΕΞΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ / ΜΕΡΑ (FLASH)Ένα ζευγάρι τρώει στο βάθος. Ένα κοριτσάκι σε πρώτο πλάνο χαζεύει το δρόμο.ΓΥΝΑΙΚΑ (προς το κοριτσάκι). Βασιλική, έλα να τελειώσεις το φαγητό σου.14 – ΕΞΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ / ΜΕΡΑΗ Βασιλική στρίβει μια καρέκλα ανάποδα από το δρόμο, κάθεται και κοιτάζει τα στρωμένα τραπεζομάντιλα.15 – ΕΣΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ (ΣΑΛΑ) / ΝΥΧΤΑΗ Βασιλική κι ο Αργύρης τρώνε σε άστρωτο τραπέζι. Δίπλα, στοιβαγμένα και διπλωμένα στην εντέλεια, τα τραπεζομάντιλα.ΑΡΓΥΡΗΣ. Πώς πήγαν σήμερα τα τραπεζομάντιλα;ΒΑΣΙΛΙΚΗ. Πώς να πάνε...ΑΡΓΥΡΗΣ. Ε, βέβαια! Βλέπει ο άλλος ένα εστιατόριο στη μέση του πουθενά, βλέπει και λουξ τραπεζομάντιλα στρωμένα πάνω, σου λέει μάλλον τρελοί θα το ’χουνε.ΒΑΣΙΛΙΚΗ. Εξυπνάδες!ΑΡΓΥΡΗΣ. Εμείς γιατί δεν τρώμε σε τραπεζομάντιλα, λοιπόν;ΒΑΣΙΛΙΚΗ. Είναι για το μαγαζίΑΡΓΥΡΗΣ (κουνάει το κεφάλι του). Είναι για το μαγαζί…16 – ΕΣΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ / ΜΕΡΑΈξω βρέχει. Η Βασιλική φαίνεται από το παράθυρο: είναι καθισμένη στη ραπτομηχανή και ράβει μια ποδιά ασορτί, από δύο τραπεζομάντιλα.17 – ΕΞΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ / ΜΕΡΑΗ Βασιλική, φορώντας την ποδιά, παίρνει παραγγελία από μια οικογένεια (μπαμπάς, μαμά, δύο παιδάκια). Την ώρα που συνεννοείται, σιάχνει το τραπεζομάντιλο που έχει πέσει λίγο προς το ένα μέρος. Ασυναίσθητα το χαϊδεύει με το δάχτυλό της.18 – ΕΞΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ / ΜΕΡΑ (FLASH)Η Βασιλική κρατάει τα δυο παιδιά αγκαλιά ή τα ταΐζει. Φοράει τα ρούχα της μαμάς τους.19 – ΕΞΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ / ΜΕΡΑΗ Βασιλική στέκεται όρθια πάνω απ’ τους πελάτες.ΜΠΑΜΠΑΣ. Φέρε δύο κοκκινιστά και δύο κεφτέδες για τα παιδιά. Και μια χωριάτικη.ΒΑΣΙΛΙΚΗ. Τι θα πιείτε;ΜΠΑΜΠΑΣ. Νερό και δύο Sprite.20 – ΕΞΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ / ΝΥΧΤΑΗ ταβέρνα απ’ έξω. Μπουγάδα με τραπεζομάντιλα απλωμένη.21 – ΕΣΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ / ΝΥΧΤΑΟ Αργύρης και η Βασιλική κάνουν έρωτα. Η Βασιλική «καρφώνει» τα μάτια της στα απλωμένα τραπεζομάντιλα. Φωτίζεται το πρόσωπό της.22 – ΕΞΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ / ΜΕΡΑΤα τραπέζια, στρωμένα. Ασορτί χαρτοπετσέτες παντού. Τρεις μηχανόβιοι έχουν τελειώσει το φαγητό τους και καπνίζουν.23 – ΕΞΩΤ. / ΔΡΟΜΟΣ / ΜΕΡΑ (FLASH)Η Βασιλική «βλέπει» τον εαυτό της πίσω από τον ένα μηχανόβιο, να φεύγει μακριά.24 – ΕΞΩΤ. / ΔΡΟΜΟΣ / ΜΕΡΑH Βασιλική «συνέρχεται» και κοιτάζει τις καύτρες των τσιγάρων που «ταξιδεύουν» επικίνδυνα πάνω απ’ τα τραπεζομάντιλα.25 – ΕΞΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ / ΜΕΡΑΟι μηχανόβιοι φεύγουν κι αφήνουν πίσω τους ένα τεράστιο σύννεφο καπνού. Η Βασιλική τρέχει και τινάζει ένα ένα τα τραπεζομάντιλα που «μολύνθηκαν» από το «σύννεφο». Μπαίνει ο Αργύρης με τη φόρμα και το μηχάνημα.ΑΡΓΥΡΗΣ (φωνάζει). Βασιλική!Η Βασιλική τινάζει, εκνευρισμένη.ΑΡΓΥΡΗΣ. Τελικά, ο αδελφός μου θα το κάνει στην αυλή του, και του έταξα τα τραπεζομάντιλα και τα τραπέζια.Η Βασιλική σταματάει να τινάζει το τραπεζομάντιλο, και παίρνει μια έκφραση σαν ν’ άκουσε το πιο κακό νέο.ΑΡΓΥΡΗΣ. Για μια μέρα μόνο!Πάει προς τα μέσα. Η Βασιλική, ασυναίσθητα, καλύπτει το κεφάλι της με το τραπεζομάντιλο.26 – ΕΞΩΤ. / ΑΥΛΗ / ΝΥΧΤΑΑκούγονται κλαρίνα και live οργανοπαίχτες. Ένα καρό τραπεζομάντιλο αποκαλύπτεται, δυο παιδιά έχουν φορέσει τα τραπεζομάντιλα και κάνουν τα φαντάσματα – έχουν κάνει τις ανάλογες τρύπες. Τραπεζομάντιλο έχουν φορέσει και στο σκύλο με τον οποίο παίζουν κυνηγητό. Τα δυο παιδιά κι ο σκύλος κινούνται μεταξύ γρασιδιού και χορευτών, τσάμικου και ζεϊμπέκικου. Ελληνικός γάμος στο τσακίρ κέφι του. Τσιγγάνοι οργανοπαίχτες, ψητά στη σούβλα, τραπέζια στρωμένα με τα τραπεζομάντιλα της Βασιλικής. Κάποιοι τρώνε με τα χέρια και τα σκουπίζουν κρυφά στα τραπεζομάντιλα, άλλοι χορεύουν μ’ ένα τραπεζομάντιλο για μαντίλι. Ο γαμπρός, μεθυσμένος, καίει ένα τραπεζομάντιλο, αλαλάζοντας: «Να καούν τα κάρβουνα!» Οι περισσότεροι χορεύουν. Ο Αργύρης είναι μέσα στη χαρά, αλλά ρίχνει και κάποια ανήσυχα βλέμματα. Τα βλέμματα απευθύνονται στη Βασιλική που είναι ανάμεσα στις χορεύτριες και παρακολουθεί τα τραπεζομάντιλα να βρομίζουν, να κυλιούνται στο πάτωμα, να καίγονται και να καταστρέφονται.Η Βασιλική τρέχει πίσω απ’ το πανηγύρι, εκεί όπου δεν είναι κανείς άλλος, και βγάζει μια κραυγή με όλη της τη δύναμη. Επιστρέφει στο πανηγύρι. Κάθεται δίπλα στον ανήσυχο άντρα της, σαν να μην τρέχει τίποτα. Χτυπάει κι αυτή παλαμάκια. Στ’ αφτιά της, τα παλαμάκια κι η μουσική ξεμακραίνουν και γίνονται ένα ανελέητο, σκληρό και χωρίς συναίσθημα beat.27 – ΕΞΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ / ΧΑΡΑΜΑΗ Βασιλική, με το φόρεμα που φορούσε στο γάμο, κάθεται στο τραπέζι έξω από την είσοδο. Τα μάτια της, κουρασμένα. Το βάψιμό της έχει τρέξει. Κάποια κουμπιά ξεκούμπωτα στο φόρεμά της. Δίπλα της τα τραπεζομάντιλα βρόμικα, με τρύπες, σκισμένα, με καψίματα, με λάσπες. Η Βασιλική κοιτάει πέρα στο δρόμο, στη γραμμή του ορίζοντα. Με το δάχτυλό της χαϊδεύει την άκρη ενός τραπεζομάντιλου.28 – ΕΣΩΤ. - ΕΞΩΤ. / ΣΠΙΤΙ-ΤΑΒΕΡΝΑ / ΣΟΥΡΟΥΠΟΗ Βασιλική έχει ντυθεί καλά. Τα μαλλιά, το μακιγιάζ της, περιποιημένα. Βγαίνει απ’ την ταβέρνα. Ο Αργύρης επιστρέφει, φορώντας το κοστούμι του γάμου. Συναντιούνται λίγο έξω από την πόρτα.ΑΡΓΥΡΗΣ. Πού πας;ΒΑΣΙΛΙΚΗ. Θα βγω.Ο Αργύρης είναι πολύ κουρασμένος για ν’ αντιδράσει. Μπαίνει στο σπίτι. Ξαφνικά, σταματάει και, έκπληκτος, γυρίζει το βλέμμα του γύρω γύρω, μη μπορώντας να πιστέψει στα μάτια του: η Βασιλική έχει φτιάξει απ’ όλα τα τραπεζομάντιλα ένα εκπληκτικό ντεκόρ, έχοντας ντύσει όλα τα έπιπλα, το ψυγείο, το πλυντήριο, έχοντας φτιάξει χαλιά, ταπετσαρίες για τους τοίχους, φορέματα για τις κούκλες κι ό,τι άλλο υπάρχει εκεί μέσα.Ο Αργύρης πετάγεται έξω. Βλέπει τη Βασιλική να ξεμακραίνει. Λέει: «Βασιλική...», μα το λέει τόσο σιγά, σαν να το κάνει επίτηδες να μη τον ακούσει, σαν να μη θέλει να την ενοχλήσει.Η Βασιλική ξεμακραίνει. Κρατάει μια μικρή τσάντα που την έχει ντύσει με το ύφασμα την τραπεζομάντιλων.